- διαλυθεῖσα
- διαλύωloose one from anotheraor part pass fem nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διαλυθείσας — διαλυθείσᾱς , διαλύω loose one from another aor part pass fem acc pl διαλυθείσᾱς , διαλύω loose one from another aor part pass fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαλυθεῖσ' — διαλυθεῖσα , διαλύω loose one from another aor part pass fem nom/voc sg διαλυθεῖσι , διαλύω loose one from another aor part pass masc/neut dat pl διαλυθεῖσαι , διαλύω loose one from another aor part pass fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θείο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο S (από το λατινικό sulphur). Ανήκει στην έκτη ομάδα του περιοδικού συστήματος και στην πρώτη υποομάδα, με ατομικό αριθμό 16, ατομική μάζα 32,06, ενώ έχει τρία σταθερά ισότοπα. Συναντάται στη φύση, είτε στη στοιχειακή… … Dictionary of Greek
Σοβιετική Ένωση Ιστορία — Η ιστορία του σοβιετικού κράτους αρχίζει με τη «μεγάλη οκτωβριανή επανάσταση», όπως πέρασε ήδη στην παγκόσμια ιστορία το εγχείρημα που κορυφώθηκε στα τέλη Οκτωβρίου του 1917 και έθεσε τις βάσεις για την ίδρυση του σοβιετικού κράτους και το… … Dictionary of Greek